Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δελφίνος
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δελφίνος ο [δelfínos] Ο18 : χαρακτηρισμός επίδοξου διαδόχου· αυτός που επιδιώκει και έχει πιθανότητες να διαδεχτεί κπ. σε ένα ανώτατο αξίωμα.

[λόγ. μτφρδ. γαλλ. Dauphin (από όν. γαλλικής περιοχής) -ος < υστλατ. επώνυμο Dalfinus < λατ. delfinus < ελνστ. δελφίν `δελφίνι΄]

[Λεξικό Κριαρά]
δελφίνος ο.
  • Δελφίνι:
    • (Πουλολ. 142).
  • Ως προσωποπ.:
    • (Οψαρ. 3612).

[μτγν. ουσ. δελφίνος (LBG). Η λ. και σήμ ποντ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες