Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δελτιοθήκη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δελτιοθήκη η [δeltioθíki] Ο30 : μικρή θήκη ή ειδικό έπιπλο εφοδιασμένο με συρτάρια για την ταξινόμηση δελτίων.

[λόγ. δελτί(ον) -ο- + -θήκη]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες