Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- δεκατέσσερεις, αριθμητ.· δεκαθέσσερεις· δεκατέσσαρεις· δεκατέσσαροι· δεκατέσσαρα· δεκατέσσερα.
-
- Δεκατέσσερεις, δεκατέσσερα:
- (Αλεξ. 2623), (Πεντ. Αρ. XXIX 20).
[<μτγν. αριθμητ. δεκατέσσαρες. Οι τ. ‑αροι και ‑εροι στο Somav. (λ. ‑εροι). Η λ. στο Somav. και σήμ. (γρ. ‑ις)]
- Δεκατέσσερεις, δεκατέσσερα: