Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- δεκαεξασέλιδος -η -ο [δekaeksaséliδos] Ε5 : (για βιβλίο, τετράδιο κτλ.) που έχει δεκαέξι σελίδες. || (ως ουσ.) το δεκαεξασέλιδο, ένα τυπογραφικό φύλλο που διπλώνεται σε δεκαέξι σελίδες· (πρβ. τυπογραφικό): Δέκα δεκαεξασέλιδα.
[λόγ. δεκαέξ(ι) -α- (κατά τα τετρα-, πεντα- κτλ.) + σελίδ(α) -ος απόδ. γαλλ. in-seize]