Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γύρισμα το [jírizma] Ο49 : 1. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του γυρίζω: Tο ~ της ρόδας / της σούβλας, η περιστροφή. Έδωσα το κουστούμι μου για ~, να το γυρίσουν το μέσα έξω. Ο παίχτης καθυστέρησε στο ~ της μπάλας. Tο ~ του δρόμου, η στροφή. Tο φουστάνι που αγόρασα δεν έχει καθόλου ~, ποδόγυρο. ΦΡ έχει ο καιρός γυρίσματα, τα πράγματα αλλάζουν προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, τίποτα δε μένει αμετάβλητο. 2. (μουσ.) α. μελωδική επανάληψη σε τραγούδι· επωδός, τσάκισμαIII. β. αλλαγή ρυθμού. 3. κινηματογράφηση: Tο ~ μιας ταινίας είναι πολύ δαπανηρό. Έχουμε γυρίσματα. Πηγαίνει στα γυρίσματα αργοπορημένος.
[μσν. γύρισμαν < γυρισ- (γυρίζω) -μα(ν)]
[Λεξικό Κριαρά]
- γύρισμα το· γέρισμα· γύρισμαν.
-
- 1)
- α) Περιστροφή:
- γύρισμα κονταρίου (Διγ. Gr. 129)·
- β) στροφή, στρίψιμο, καμπή:
- λαβύρινθου γυρίσματα (Χρον. Τόκκων 3709)·
- γ) (προκ. για κινήσεις που γίνονται στο χορό):
- εθαύμαζον … τας των χειρών διαστροφάς, γυρίσματα τε ξένα (Διγ. Z 4076)·
- δ) έκφρ. του κύκλου τα γυρίσματα = οι μεταβολές της τύχης:
- (Ερωτόκρ. Α´ 1).
- α) Περιστροφή:
- 2) Η αιτιατ. επιρρ. = στη στροφή:
- Ήτον και θάλασσα κοντά, γύρισμαν κόρφον είχεν (Ιμπ. 527).
- 3) Αλλαγή (του χρόνου, προκ. για το φθινόπωρο):
- εορτή του Μάζωμα γύρισμα του χρόνου (Πεντ. Έξ. ΧΧΧΙV 22).
- 4) Επάνοδος, επιστροφή, γυρισμός:
- τριακοσίους έριξεν … και πάλιν εις το γύρισμαν άλλους πεντακοσίους (Αχιλλ. L 994).
- 5) (Προκ. για εικόνα) περιφορά:
- (Μορεζίν., Κλίνη Σολομ. 401).
- 6) Περιπλάνηση:
- Της νύκτας τα γυρίσματα, υιέ, να λησμονήσεις (Δεφ. Λόγ. 81).
- 7)
- α) Καταστροφή:
- σαν γύρισμα Σοδομ και Αμορα (Πεντ. Δευτ. XXIX 22)·
- β) επίμεμπτη κατεύθυνση (ηθικώς)· διαστροφή:
- γενεά γερίσματα αυτοί (Πεντ. Δευτ. XXXII 20).
- α) Καταστροφή:
- 8) Καμάρα:
- (Καρτάν., Π. Ν. Διαθ. φ. 103v).
[<αόρ. του γυρίζω + κατάλ. ‑μα. Ο τ. ‑αν και σήμ. ιδιωμ. Η λ. στο LBG, στο Meursius και σήμ.]
- 1)