Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γνησίως
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
γνησίως, επίρρ.
  • Σύμφωνα με τον κανόνα:
    • προσκυνούν γνησιότατα την κόρην αρμοζόντως (Αχιλλ. N 1284).

[αρχ. επίρρ. γνησίως]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες