Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γλωσσογεωγραφία η [γlosojeoγrafía] Ο25 : κλάδος της γλωσσολογίας που μελετά συγκριτικά τις τοπικές διαλέκτους μιας συγκεκριμένης περιοχής.
[λόγ. γλωσσο- + γεωγραφία μτφρδ. γερμ. Sprachgeographie]