Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γλυφή
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γλυφή η [γlifí] Ο29 : σκάλισμα, γλυπτή παράσταση.

[λόγ. < ελνστ. γλυφή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες