Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γλυκόζη η [γlikózi] Ο30α : στερεό κρυσταλλικό σώμα, ευδιάλυτο στο νερό, με γλυκιά γεύση, που χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και στην παρασκευή οινοπνεύματος. || (φαρμ.) ~ του αίματος.
[λόγ. < γαλλ. glucos(e) -η < αρχ. γλεῦκ(ος) με προσαρμ. προς τη λ. γλυκύς]