Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- γλυκοφίλημα το.
-
- Τρυφερό, γλυκό φίλημα:
- οχ τα γλυκοφιλήματα ανθεί και λουλουδιάζει (Εκατόλ. Μ 49).
[<γλυκοφιλώ + κατάλ. ‑μα. Η λ. και σήμ. ιδιωμ. (ΙΛ)]
- Τρυφερό, γλυκό φίλημα: