Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γλυκάδα η [γlikáδa] Ο25α : η ιδιότητα του γλυκού. ANT πικράδα.
[μσν. γλυκάδα < γλυκ(ός) -άδα]
[Λεξικό Κριαρά]
- γλυκάδα η.
-
- 1)
- α) Γλύκα, γλυκιά γεύση:
- το μέλι … όσον το ’χεις στο στόμα σου έχεις και την γλυκάδα (Ευγέν. 995)·
- β) (μεταφ.) ευχαρίστηση, απόλαυση:
- (Φαλιέρ., Ιστ. 363)·
- γ) ομορφιά:
- τους ποιητάδες οπού έπραξαν … του κόσμου τες γλυκάδες (Περί γέρ. 10).
- α) Γλύκα, γλυκιά γεύση:
- 2) (Προκ. για έκφραση προσώπου, ματιών) γλυκύτητα:
- (Κυπρ. ερωτ. 10017), (Ερωτοπ. 615).
- 3) (Προκ. για φως λαμπάδας) απαλότητα:
- (Φαλιέρ., Ιστ. 396).
- 4) (Προκ. για τρόπο ενέργειας) ηπιότητα, τρυφερότητα:
- (Κυπρ. ερωτ. 995).
[<επίθ. γλυκός + κατάλ. ‑άδα. Η λ. στο Meursius και σήμ.]
- 1)