Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γκογκ το [góŋg] Ο (άκλ.) : 1. μεταλλικός δίσκος που με το χτύπημα ενός είδους σφυριού δίνει ένα χαρακτηριστικό ήχο ως σήμα για την έναρξη παραστάσεων κτλ. 2. είδος χάλκινου τυμπάνου που χρησιμοποιείται στις κλασικές ορχήστρες.
[λόγ. < αγγλ. gong (από τα ινδονησιακά, ηχομιμ.)]