Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γιουχάρω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γιουχάρω [juxáro] -ομαι Ρ6 : αποδοκιμάζω με γιουχαΐσματα· γιουχαΐζω.

[γιούχ(α) -άρω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες