Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γεώσφαιρα η [jeósfera] Ο27 : η γήινη σφαίρα και ειδικότερα το στερεό τμήμα της· (πρβ. ατμόσφαιρα, υδρόσφαιρα).
[λόγ. < διεθ. geosphere < geo- = γεω- + sphere = σφαίρα]