Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γεωχημικός ο [jeoximikós] Ο17 θηλ. γεωχημικός [jeoximikós] Ο34 : επιστήμονας που ασχολείται με τη γεωχημεία.
[λόγ. γεω(χημεία) -χημικός κατά το σχ.: χημεία - χημικός· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γεωχημικός -ή -ό [jeoximikós] Ε1 : που αναφέρεται στη γεωχημεία: Γεωχημικά φαινόμενα.
[λόγ. γεω(χημεία) -ικός]