Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γερμάνιο το [jermánio] Ο40 (χωρίς πληθ.) : (χημ.) ονομασία χημικού στοιχείου.
[λόγ. < νλατ. german(ium) (δες στο γερμανικός) -ιον, επειδή βρέθηκε στη Γερμανία]