Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γεννητούρια τα [jenitúrja] Ο44α : (οικ.) η γέννηση, η γέννα, ο τοκετός: Xθες είχαμε ~.
[μσν. γεννητούρια < αρχ. ή ελνστ. *γεννητ(ήρια) `που αναφέρονται στη γέννηση΄ -ούρι, πληθ. -ούρια]
[Λεξικό Κριαρά]
- γεννητούρια τα.
-
- 1) Τόπος της γέννησης:
- τα γεννητούρια μου και την πατρίδα εφήκα (Φορτουν. Γ´ 292).
- 2) Γενέθλια:
- ο Ηρώδης εις τα γεννητούρια του έκαμε φιλίαν (Μάξιμ. Καλλιουπ., Κ. Διαθ. Μάρκ. ς´ 21).
[<ουσ. γεννητήρια τα (9.-10. αι., LBG) με επίδρ. της μεσν. κατάλ. ‑ούρια. Η λ. στο Somav. II (λ. natalitio) και σήμ.]
- 1) Τόπος της γέννησης: