Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γείτονας ο [jítonas] Ο5 πληθ. και γειτόνοι θηλ. γειτόνισσα [jitónisa] Ο27 : αυτός που κατοικεί στην ίδια γειτονιά με κπ. άλλο: Είμαστε γείτονες πολλά χρόνια. Θα γίνουμε γειτόνοι. Ο Πέτρος είναι καλός ~. Δανείστηκα από τη γειτόνισσα. || (πληθ.) για γειτονικό λαό: Οι Tούρκοι / οι Aλβανοί είναι γείτονές μας.
γειτονάκι το YΠΟKΟΡ. [μσν. γείτονας < αρχ. γείτων, αιτ. -ονα· μσν. γειτόνισσα < αρχ. γειτον- (γείτων) -ισσα]
[Λεξικό Κριαρά]
- γείτονας ο,
- βλ. γείτων.