Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γαλαξιακός -ή -ό [γalaksiakós] Ε1 : που ανήκει ή αναφέρεται στο γαλαξία 1: Γαλαξιακά σμήνη. || που ανήκει ή αναφέρεται στο Γαλαξία μας: Γαλαξιακό έτος.
[λόγ. γαλαξί(ας) 1 -ακός]