Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γαλαζοαίματος -η -ο [γalazoématos] Ε5 : (συνήθ. ως ουσ.) με ειρωνική χροιά, για κπ. που έχει βασιλική, αριστοκρατική καταγωγή, επειδή θεωρείται ότι το αίμα στις φλέβες του δεν είναι κόκκινο αλλά γαλάζιο.
[λόγ. γαλάζ(ιος) -ο- + αιματ- (αίμα) -ος μτφρδ. γαλλ. sang-bleu ή αγγλ. blue blood (από τα ισπαν.)]