Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βουλοκέρι το [vulokéri] Ο44 : ρητινώδης ουσία που χρησιμεύει για να σφραγίζονται επιστολές, δέματα, φιάλες κτλ.· ισπανικός κηρός.
[βούλ(α) -ο- + κερ(ί) -ι]