Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βουζούνα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
βουζούνα η.
  • Σπυρί με πύο:
    • έτερον μαλακτικόν εις βουζούνες (Ιατροσ. κώδ. τνς´).

[<ουσ. βουζούνι + κατάλ. α. Η λ. και σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες