Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βλάστηση η [vlástisi] Ο33 : 1. η δημιουργία βλαστού, το φύτρωμα βλαστών και η αντίστοιχη περίοδος: H παγωνιά βρήκε τα φυτά πάνω στη βλάστησή τους. 2. το σύνολο των φυτών ενός τόπου: Πυκνή / αραιή / άφθονη / οργιώδης / άγρια / παρθένα ~. Tροπική / αλπική ~. Ούτε ίχνος βλάστησης! 3. (βοτ.) η σειρά των φαινομένων και η διαδικασία κατά την οποία ένα σπέρμα αναπτύσσεται και παράγει νέο φυτό.
[λόγ. < αρχ. βλάστη(σις) -ση]