Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βιντεοσκοπώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βιντεοσκοπώ [videoskopó] -ούμαι Ρ10.9 : κινηματογραφώ με βιντεοκάμερα.

[λόγ. βίντε(ο) -ο- + -σκοπώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες