Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βιβλιάριο το [vivliário] Ο42 : επίσημο έντυπο σε σχήμα μικρού βιβλίου, που περιέχει διάφορα στοιχεία του κατόχου του χρήσιμα για τη σχέση του με τις δημόσιες υπηρεσίες: ~ ασφαλιστικό / ασθενείας / υγείας. Εκλογικό / οικογενειακό ~. ~ ενσήμων / καταθέσων. Aτομικό ~, περιέχει τα στοιχεία του στρατιωτικού (ονοματεπώνυμο κτλ.) και τις μεταβολές της στρατιωτικής του κατάστασης.
[λόγ. < ελνστ. βιβλιάριον, υποκορ. του αρχ. βιβλίον (δες στο βίβλος) σημδ. γαλλ. livret]
[Λεξικό Κριαρά]
- βιβλιάριον το.
-
- Μικρό βιβλίο, σύγγραμμα:
- το βιβλιάριον … το έγραψα (Θρ. Κων/π. Βαρβ. 7· Σοφιαν., Παιδαγ. 93).
[μτγν. ουσ. βιβλιάριον. Η λ. και σήμ. (‑ο)]
- Μικρό βιβλίο, σύγγραμμα: