Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βεντιλατέρ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βεντιλατέρ το [ventilatér] & βαντιλατέρ το [vantilatér] Ο (άκλ.) : συσκευή που αποτελείται κυρίως από έναν περιστρεφόμενο τροχό με πτερύγια και χρησιμοποιείται για τον εξαερισμό χώρων και εγκαταστάσεων ή για την ψύξη κινητήρων: Ο κινητήρας του αυτοκινήτου ψύχεται από ένα ~.

[λόγ. < γαλλ. ventilateur (ορθογρ. δαν.)· λόγ. < γαλλ. ventilateur]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες