Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βελτιώσιμος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βελτιώσιμος -η -ο [veltiósimos] Ε5 : που επιδέχεται καλυτέρευση.

[λόγ. βελτίωσ(ις) -ιμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες