Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βελγικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βελγικός -ή -ό [veljikós] Ε1 & βέλγικος -η -ο [véljikos] Ε5 : που ανήκει ή που αναφέρεται στο Bέλγιο ή στους Bέλγους ή προέρχεται από αυτό ή από αυτούς: Bελγική κυβέρνηση. Bελγικά προϊόντα. Bελγικό φράγκο.

[λόγ. < γαλλ. belg(e) -ικός κατά το ελνστ. ἡ Bελγική `η χώρα των Bέλγων΄ < λατ. Belgica· βελγ(ικός) -ικος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες