Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βεδουίνος ο [veδuínos] Ο18 : νομάδας κάτοικος των ερήμων της Aραβίας και της Bορείου Aφρικής.
[λόγ. < ιταλ. beduino -ς (ορθογρ. δαν.) < αραβ. bedawī]