Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βεδικός -ή -ό [veδikós] Ε1 : που αναφέρεται στις βέδες ή σχετίζεται με αυτές. || (ως ουσ.) η βεδική, η διάλεκτος της αρχαίας ινδικής στην οποία είναι γραμμένες οι βέδες.
[λόγ. < γαλλ. véd(ique) -ικός]