Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βαμβακόπιτα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βαμβακόπιτα η [vamvakópita] Ο27 : ζωοτροφή που παράγεται από το βαμβακόσπορο, αφού αφαιρεθεί με σύνθλιψη το βαμβακέλαιο.

[λόγ. βαμβακο- + πίτα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες