Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αχαιρέτιστος -η -ο [axerétistos] Ε5 : που δεν τον έχουν χαιρετήσει· αχαιρέτητος.
[α- 1 χαιρετισ- (χαιρετίζω) -τος]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αχαιρέτιστος, -η, -ο [açerétistos] (also αχαιρέτητος & αχαιρέτιγος)
- not greeted, not saluted
[fr postmed (Somavera) αχαιρέτιστος, cpd w. *χαιρετιστός (: χαιρετίζω); form αχαιρέτητος is secondary]