Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αφρυγάνιστος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αφρυγάνιστος, -η, -ο [afriγánistos]
  • not turned into toast, not toasted (ant φρυγανισμένος):
    • αφρυγάνιστη φέτα, αφρυγάνιστο ψωμί

[fr kath (neol: Koumanoudis) αφρυγάνιστος, cpd w. *φρυγανιστός (: φρυγανίζω)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες