Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αφαιρέτης ο [aferétis] Ο10 : (μαθημ.) ο αφαιρετέος.
[λόγ. < ελνστ. ἀφαιρέτης `αυτός που στερεί΄, σημ. ανάλογη με τη σημ. του διαιρέτης]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφαιρέτης [aferétis] ο, (L) obsol math = αφαιρετέος1
- [fr kath αφαιρέτης ← PatrG (Hippol.
[obiit 235], of doubtful authorship: αφαιρετής), LK 'one who removes or deprives' (Vettius Valens, 2nd c. AD), der of ἀφαιρῶ]