Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αφίσα η [afísa] Ο25 : μεγάλο φύλλο τυπωμένου χαρτιού που προορίζεται να ανακοινώσει ή να παρουσιάσει κτ. στο κοινό και που συνήθ. το κολλούν σε τοίχους ή σε ειδικούς χώρους: Διαφημιστική / πολιτική / προεκλογική / θεατρική ~. Kαλλιτεχνική / χρωματιστή ~. || (για διακόσμηση): Έχει μια μεγάλη πολύχρωμη ~ πάνω από το κρεβάτι του.
[λόγ. < γαλλ. affich(e) -α]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφίσα [afísa] η, (sp. also αφίσσα)
- :
- αντικομμουνιστική, καλλιτεχνική, τουριστική, υβριστική ~ |
- λιθογραφημένη, τοιχοκολλημένη ~ |
- διαφημιστική ~ (syn ρεκλάμα) |
- ~ θεάτρου, κινηματογράφου (syn αγγελία 2) |
- διαγωνισμός για τη φιλοτέχνηση αφίσας |
- κολλούσαν αφίσες με φωτογραφίες του Mαρξ |
- έριχνε ματιές .. στις αφίσες με τα πολεμικά συνθήματα (TAthanasiadis) |
- τα ρούχα σου κολλούν επάνω σου, όπως οι αφίσες στον τοίχο (Chatzinis) |
- poem σας ξεγελάσαν λοιπόν οι αφίσες | για τα νέα εσώρουχα κλ (Kesmeti)
[fr Fr affiche; cf It affisso 'bill, placard, poster']
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφισάρισμα [afisárizma] το,
- act or result of posting bills or of advertizing on posters, bill-posting (syn αφισοκόλληση, τοιχοκόλληση)
[der of *αφισάρω ← It affissare]