Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αυτοπροσωπογραφία η [aftoprosopoγrafía] Ο25α : προσωπογραφία (πορτρέτο) ζωγράφου φτιαγμένη από τον ίδιο: Οι αυτοπροσωπογραφίες του Bαν Γκογκ. || (επέκτ.) κείμενο που περιγράφει τη μορφή ή το χαρακτήρα του συγγραφέα του.
[λόγ. αυτο- + προσωπογραφία μτφρδ. γαλλ. autoportrait (auto- = αυτο-)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοπροσωπογραφία [aftoprosopoγrafía] η, (L)
- self-portrait (syn αυτοπορτρέτο):
- μια νεανική ~ του βρίσκεται στην παλαιά πινακοθήκη του Mονάχου (Kanellop) |
- ετοποθέτησε σε περίοπτη θέση την ~ του Nτύρερ (id.) |
- μέσα στους δώδεκα λόγους του ποιήματος αυτού μας δίνει ο Παλαμάς τη λυρική του ~ (Melas) |
- ενώ σκιαγραφεί τους άλλους, κάνει ασυναίσθηκτα την ~ του (TAthanasiadis)
[fr kath (neol: Koumanoudis) αυτοπροσωπογραφία, cpd w. προσωπογραφία 'portrait']
- self-portrait (syn αυτοπορτρέτο):