Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυγουστιάτικα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυγουστιάτικα [avγustjátika] adv
  • in or during August:
    • μπορεί να σου κακοφαίνεται να υπνώσεις ~ από τις εννιά (Segditsas)

[der of αυγουστιάτικος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες