Παράλληλη αναζήτηση
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ασφόδελος ο [asfóδelos] Ο20 : φυτό με λογχοειδή φύλλα, λευκορόδινα συνήθ. άνθη που σχηματίζουν τσαμπί στην κορυφή και κονδυλώδεις ρίζες: Aνθισμένος ~. || Λιβάδι με ασφόδελους, ο Άδης.
[λόγ. < αρχ. ἀσφόδελος]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ασφόδελος [asfό∂elos] ο, (& ασφοδελός) = ασφοδίλι
- :
- οι τοίχοι πεσμένοι και πνιγμένοι μέσα στα χόρτα και τους ασφοδέλους (Ouranis) |
- αργοδιαβαίνει επίσημα σέρνοντας το μανδύα πάνω στους ασφόδελους (KPolitis) |
- είδα τον ανθισμένο ασφόδελο στις μαλακές πλαγιές των βουνών (Panagiotop) |
- οι κόνδυλοι του ασφόδελου θεωρούνται σαν επουλωτικά πληγών (Panaretos) |
- poem .. οι ακροβλεφαρίδες σας, ακάνθινοι ήσκιοι, μοιάζουν | σε στεφανάκια από μικρούς, μικρούς ασφοδελούς (Malakasis)
[fr K (also pap), AG ἀσφόδελος]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ασφοδελός [asfo∂elós] ο, (L) in phr ~
- ① AG myth. asphodel meadows (in Hades visited by the dead) (syn ασφοδελώνας):
- έχω την εντύπωση πως έρχομαι από έναν περίπατο, που έκαμα στον ασφοδελόν λειμώνα, στην ακρολιμνιά της Aχερουσίας (Myriv) |
- poem .. φτάσαν δίχως άργητα στο ασφοδελό λιβάδι, | κειπέρα που οι ψυχές πορεύουνται, των πεθαμένων οι ήσκιοι (Homer Od 24.13 Kaz-Kakr)
- ② fig haven of serenity or peace:
- δεν έβλεπα τον κόσμο τον ορατό, ζητούσα να δω τον αόρατο· έρχουμουν μαθές από το ασφοδελό λιβάδι του Bούδα (Kazantz) |
- η κοιλάδα του Kόμο ήταν ο ~ λειμώνας του ταξιδιού, όπου ξεχάσαμε το μόχθο της αϋπνίας, .. το θόρυβο της ζωής και τα βάσανά της (Athanasiadis-N)
[fr kath phr ασφοδελός λειμών ← AG ἀσφοδελeς λειμών]
- ① AG myth. asphodel meadows (in Hades visited by the dead) (syn ασφοδελώνας):
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ασφοδελός -ή -ό [asfoδelós] Ε1 : (λογοτ.) που περιέχει ασφόδελους: Aσφοδελό λιβάδι / ~ λειμώνας, ο Άδης.
[λόγ. < αρχ. ἀσφοδελός]