Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αστιξία
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αστιξία [astiksía] η, (L)
  • lack of punctuation (ant στίξη):
    • poem αλλού στίξη κι αλλού ~.. | κάποτε και μέσ' τον ίδιο ποιητή κλ (RApostolidis)

[fr kath αστιξία ← K (pap)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες