Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ασπροκέντημα το [asprokéndima] Ο49 : κέντημα με άσπρη κλωστή σε άσπρο ύφασμα.
[ασπρο- + κέντημα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ασπροκέντημα [asprocéndima] το,
- white on white embroidery:
- κολλαρισμένο ~του παρθεναγωγείου |
- στο περιοδικό υπάρχει παράρτημα για το ~
[cpd w. κέντημα]
- white on white embroidery: