Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αρχειοθέτηση η [arxioθétisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αρχειοθετώ, ο καταρτισμός αρχείου ή η κατάλληλη τοποθέτηση υλικού (εγγράφου, δελτίου κτλ.) σε αρχείο: ~ του υλικού μιας επιστημονικής διατριβής / μελέτης. Συστήματα αρχειοθέτησης.
[λόγ. αρχειοθετη- (αρχειοθετώ) -σις > -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρχειοθέτηση [arçioθétisi] η, (L)
- preservation and arrangement (of documents etc), placement in an archive, filing:
- ~παραδόσεων, δημοτικών τραγουδιών |
- η ~ της δικογραφίας από την εισαγγελική αρχή |
- έταξεν έργο ζωής την ~ του μνημειακού πλούτου στην Eλλάδα (MChatzidakis)
[fr kath (neol) αρχειοθέτησις, der of αρχειοθετώ]
- preservation and arrangement (of documents etc), placement in an archive, filing: