Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρρυθμία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αρρυθμία η [ariθmía] Ο25 : α.έλλειψη ή διαταραχή του ρυθμού. ANT ευρυθμία. || (ιατρ.): Kαρδιακή ~, διαταραχή της συχνότητας των καρδιακών συστολών. Aναπνευστική ~, διαταραχή του κανονικού ρυθμού αναπνοής. β. (μουσ.) η έλλειψη ρυθμού ή αρμονίας.

[λόγ.: α: αρχ. ἀρρυθμία· β: ελνστ. σημ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αρρυθμία [ariθmía] η, (L)
  • ① lack or irregularity of rhythm or tempo (ant ευρυθμία, ρυθμικότητα):
    • στην απαγγελία των ποιημάτων οι τεχνητές φωνές και η φανερή ~φανερώνουν τις κοσμικές αδυναμίες εκείνου που απαγγέλλει (Karantinos) |
    • η ~ και η κακοφωνία αποφεύγονται σχεδόν αυτοματικά (Stathis)
  • ⓐ med irregularity of heartbeat, arrhythmia:
    • καρδιακή ~
  • ② lack of uniform style, lack of uniformity, diversity, disorder (syn άρρυθμο, αταξία, ant ευρυθμία, εύρυθμο):
    • αρχιτεκτονική, γλωσσική ~ |
    • στο εξωτερικό (του σπιτιού) έχουν συσσωρευθεί τόσες διακοσμήσεις που κραυγάζουν με την ~ και την περιττή πληθωρικότητά τους (Thrylos) |
    • η ~ γενικά, έλλειψη τοπικού ρυθμού, είναι το αποκαρδιωτικό φαινόμενο του τόπου μας (Floros) |
    • αρνιέται να παραδεχτεί την ~ και την αναρμοστία, δηλαδή την ασχήμια στην τέχνη (Andronikos)
  • ⓑ irregularity, unevenness, instability, disorder (ant ευρυθμία, τάξη):
    • υπάρχει κάποια ~στις επαφές μας (TAthanasiadis) |
    • να σώσει τις ανθρώπινες δυνάμεις από την τριβή, που φέρνει η ~ των κοινωνικών σχέσεων (Papanoutsos) |
    • τα νιάτα υποφέρουν από την αστάθεια και την ~ (id.) |
    • να σταματήσει η ~ και η καθυστέρηση στις συναλλαγές και την οικονομική ζωή (Kyriakidis)

[fr kath αρρυθμία ← PatrG, AG ἀρρυθμία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες