Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρμάθα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αρμάθα η [armáθa] Ο25 : αριθμός, σύνολο όμοιων ή ομοειδών πραγμάτων μικρών διαστάσεων, που είναι περασμένα (στη σειρά) από νήμα, σύρμα κτλ.· αρμαθιά: Mια ~ σύκα.

[αρμάθ(ι) μεγεθ. < αρμαθ(ιά) υποκορ. ]

[Λεξικό Γεωργακά]
αρμάθα [armáθa] η,
  • ① string, bunch, chain (syn αρμάθι 1, αρμαθιά 1):
    • μια ~ |
    • βαρέλια τα φλουριά, αρμάθες τα κολονάτα, στέρνες αστέρευτες τα δουβλόνια κλ (Karkavitsas) |
    • φρόντισε να στείλει τη μια ~ των ψαριών στο σπίτι του (Drosinis) |
    • στο γραφικό χαγιάτι ήταν κρεμασμένες αρμάθες κυδώνια και ρόδια (Ouranis) |
    • το άχυρο είναι θερισμένο και κρεμασμένο σε μακριές αρμάθες, για να ξεραθεί (Athanasiadis-N) |
    • poem .. αράδιαζε τρεις τέσσερις αρμάθες | τραγούδια αδιάκοπα ο χορός (Stavrou Ar)
  • ② in adv function in bunches, in rows, row upon row (syn αρμάθι 2, αρμαθιά 2):
    • poem στο έμπα του ο γιος ~ |
    • περνάει κ' ένας φυγόδικος με τα φισέκια αρμάθες (Athanas)

[der of αρμάθι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες