Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αριστεροχειρία η [aristeroxiría] Ο25 : η ιδιότητα του αριστερόχειρα.
[λόγ. αριστεροχειρ- (δες αριστερόχειρας) -ία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αριστεροχειρία [aristero] η, (L)
- left-handedness
[fr kath (neol Koumanoudis) αριστεροχειρία, der of αριστερόχειρ]