Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αριθμομηχανή η [ariθmomixaní] Ο29 : μηχανική συσκευή που εκτελεί αριθμητικές πράξεις.
[λόγ. αριθμ(ός) -ο- + μηχανή]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αριθμομηχανή [ariθmomixaní] η, (L)
- calculating machine, calculator (syn αριθμογράφος 2, αριθμητική μηχανή, λογιστική μηχανή):
- ηλεκτρική, ηλεκτρονική ~ |
- το μυαλό δουλεύει σαν ~, για να κάνει υπολογισμούς (Terzakis) |
- άρχισε να χαζεύει βιτρίνες, γραφομηχανές, αριθμομηχανές, γυναικεία μαγιό (Samarakis)
[fr kath (neol) αριθμομηχανή, cpd w. μηχανή]
- calculating machine, calculator (syn αριθμογράφος 2, αριθμητική μηχανή, λογιστική μηχανή):