Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αραμπατζής
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αραμπατζής ο [arabadzís] Ο8 : επαγγελματίας οδηγός αραμπά. || (σπάν.) αμαξάς.

[τουρκ. arabacι ]

[Λεξικό Γεωργακά]
αραμπατζής [arabadzís] ο,
  • carter, teamster (syn καραγωγέας L, καρολόγος):
    • ευεργετικές διατάξεις είναι οι σχετικές με τους αραμπατζήδες, αγωγιάτες και άλλους βιοτέχνες (Vacalop) |
    • δεν είχα τον εαυτό μου γι' αραμπατζή, τον είχα για αρχαίο αρματοδρόμο (Prevelakis) |
    • κάποιος καλόψυχος ~ της φάνηκε χρήσιμος και απόκοψε την κούραση του κορμιού της (MGeorgiou)

[fr postmed (Somavera) αραμπαντζής ← Turk arabaci 'id.']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες