Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αραβόσιτος ο [aravósitos] Ο20α : το καλαμπόκι: Άνθος αραβοσίτου.
[λόγ. αραβ- (δες στο αραβικός) -ο- + σίτος μτφρδ. ιταλ. granturco `δημητριακό της “Τουρκίας”, δηλ. εξωτικό΄ ή ιταλ. grano saraceno (γαλλ. sarrasin) `δημητριακό “Σαρακηνό”΄, παλ. όν. των κατοίκων της Aραβίας (κατώτερης ποιότητας δημητριακό)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αραβόσιτος [aravósitos] ο, (L) agric
- corn (Br maize), Zea mays (syn αραποσίταρο 1, αραποσίτι, καλαμπόκι)
[fr kath (neol Koumanoudis) αραβόσιτος, cpd w. σίτος]