Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απύραυλος -η -ο [apíravlos] Ε5 : χαρακτηρισμός περιοχής όπου δεν υπάρχουν στρατιωτικοί πύραυλοι, ιδίως πυρηνικοί: Aπύραυλη ζώνη. Aγώνας για απύραυλα Bαλκάνια.
[λόγ. α- 1 πύραυλ(ος) -ος απόδ. αγγλ. missile-free]
[Λεξικό Γεωργακά]
- απύραυλος, -η, -ο [apíravlos] (L)
- in which no military missiles are placed, missile-free:
- απύραυλη ζώνη milit missile-free zone |
- είχα δημοσιέψει ένα άρθρο υποστηρίζοντας την πρόταση του υπουργού για μιαν απύραυλη Bαλκανική (Evelpidis)
[fr kath (neol) απύραυλος, cpd w. πύραυλος]
- in which no military missiles are placed, missile-free: