Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απόκριση η [apókrisi] Ο33 : η απάντηση, ιδίως προφορική, σε ερώτηση: Δίνω / παίρνω ~. H ερώτησή μου έμεινε χωρίς ~. || ανταπάντηση.
[μσν. απόκριση < αρχ. ἀπόκρι(σις) -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- απόκριση1 [apókrisi] η, (L)
- ① answer, response, reply (syn απάντηση):
- μήπως εκεί βρούμε την ~ που περιμένει το ερώτημά μας (Charis) |
- ο γέρος δεν έδωκε ~ σε κανένα από τους προξενητάδες (Drosinis) |
- ζύγωσαν ένα κελί και κτύπησαν δυνατά, ~ καμιά (Prevelakis) |
- από φόβο μήπως εξακολουθήσω να αναβάλω την απόκρισή μου, σου γράφω τώρα δυο λόγια (Palam)
- ② response, reaction (syn αντίδραση 1b):
- η ψυχική μας ~ απέναντι στα προϊόντα των καλών τεχνών υπόκειται στην επίδραση πολλών παραγόντων (Papanoutsos) |
- κάθε οργανισμός έχει αναπτυγμένο το σύστημα λήψης και απόκρισης, δέχεται ερεθισμούς και αντιδρά (Geros)
[fr kath απόκρισις ← postmed (Somavera), MG ← PatrG, K, AG]
- ① answer, response, reply (syn απάντηση):
[Λεξικό Γεωργακά]
- απόκριση2 [apókrisi] η, (L) med
- ① secretion (syn απόκριμα 1):
- ~ σιέλου
- ② excretion (syn απόκριμα 2):
- ταχύτερη ~ ουρικού οξέος από το σώμα
[fr kath απόκρισις ← AG ἀπόκρισις 'id.']
- ① secretion (syn απόκριμα 1):