Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποχαρακτηρισμός
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αποχαρακτηρισμός ο [apoxaraktirizmós] Ο17 : η ενέργεια του αποχαρακτηρίζω, η άρση προηγούμενου χαρακτηρισμού: Έγινε ~ των ατόμων που με πλαστά πιστοποιητικά χαρακτηρίστηκαν ανάπηροι πολέμου. Επιδιώκει τον αποχαρακτηρισμό του σπιτιού του που είναι διατηρητέο. Έκανε αίτηση για αποχαρακτηρισμό δασικής περιοχής.

[λόγ. αποχαρακτηρισ- (αποχαρακτηρίζω) -μός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποχαρακτηρισμός [apoxaraktirizmós] ο, (L)
  • reduction or elimination of classification status of, declassification (ant χαρακτηρισμός):
    • έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία για τον αποχαρακτηρισμό των δύο κτιρίων ως διατηρητέον

[der of αποχαρακτηρίζω; cf Eng declassification]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες